Ομόφωνος στα δανικά

Μετάφραση: ομόφωνος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
enstemmig, enstemmige, enige, enstemmigt, enstemmighed
Ομόφωνος στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ομόφωνος

ομόφωνος λεξικό γλώσσας δανικά, ομόφωνος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ομότιμος στα δανικά - peer
  • ομόφωνα στα δανικά - enstemmigt, enstemmighed, med enstemmighed, afgørelse med enstemmighed, det enstemmigt
  • ονειδίζω στα δανικά - skvat, twit, vit, virre
  • ονειρεύομαι στα δανικά - drøm, drømme, drømmer, at drømme, drømme om
Τυχαίες λέξεις
Ομόφωνος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: enstemmig, enstemmige, enige, enstemmigt, enstemmighed