Ομόφωνος στα εσθονικά

Μετάφραση: ομόφωνος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
üksmeelne, ühehäälne, ühehäälse, ühehäälselt, ühehäälset, ühehäälsele
Ομόφωνος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ομόφωνος

ομόφωνος λεξικό γλώσσας εσθονικά, ομόφωνος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ομότιμος στα εσθονικά - piiluma, võrdne, peer, vastastikune, noored noortele, vastastikuseks
  • ομόφωνα στα εσθονικά - ühehäälselt, üksmeelselt, ühehäälselt vastu, ühehäälse otsuse
  • ονειδίζω στα εσθονικά - vitrioliõli, väävelhape, idioot, Kiusata, näägutus, Piikitellä, näägutama
  • ονειρεύομαι στα εσθονικά - unistus, unenägu, unistada, unistate, dream, unistama
Τυχαίες λέξεις
Ομόφωνος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: üksmeelne, ühehäälne, ühehäälse, ühehäälselt, ühehäälset, ühehäälsele