Ούγια στα δανικά

Μετάφραση: ούγια, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
Selvage, Ægkant, bræmme, Ã
Ούγια στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ούγια

ούγια σε γραμμαρια, 1 ούγια, μια ούγια, ούγια ετυμολογία, ούγια σε κιλα, ούγια λεξικό γλώσσας δανικά, ούγια στα δανικά

Μεταφράσεις

  • οχυρό στα δανικά - højborg, fæstning, styrkeposition, bastion, borg
  • οχύρωση στα δανικά - befæstning, berigelse, fæstning, forstærkning, berigelse af
  • ούρα στα δανικά - urin, urinen
  • ούτε στα δανικά - hverken, ikke, ingen, hverken er, heller
Τυχαίες λέξεις
Ούγια στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: Selvage, Ægkant, bræmme, Ã