Παραίνεση στα δανικά

Μετάφραση: παραίνεση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
formaning, opfordring, formaningen, formaninger, Formaningsord
Παραίνεση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παραίνεση

πατρική παραίνεση, παραίνεση τι σημαίνει, παραίνεση english, παραίνεση συνώνυμο, ηθική παραίνεση, παραίνεση λεξικό γλώσσας δανικά, παραίνεση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • παρέλαση στα δανικά - procession, tog, parade, paraden, optog
  • παρέχω στα δανικά - bestemme, overenskomst, accord, overensstemmelse, aftale, overens
  • παραίσθηση στα δανικά - indbildning, illusion, hallucination, hallucinationer
  • παραίτηση στα δανικά - fratræden, tilbagetræden, resignation, trådt tilbage, er trådt tilbage
Τυχαίες λέξεις
Παραίνεση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: formaning, opfordring, formaningen, formaninger, Formaningsord