Παραίνεση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: παραίνεση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
exortação, a exortação, exortações
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παραίνεση
πατρική παραίνεση, παραίνεση τι σημαίνει, παραίνεση english, παραίνεση συνώνυμο, ηθική παραίνεση, παραίνεση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, παραίνεση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- παρέλαση στα πορτογαλικά - procissão, desfilar, cortejo, desfile, parada, parade, desfile de, ...
- παρέχω στα πορτογαλικά - providenciar, prover, provar, dar, abastecer, rogar, entregar, ...
- παραίσθηση στα πορτογαλικά - ilusão, alucinação, alucinações, hallucination, da alucinação, alucinaçăo
- παραίτηση στα πορτογαλικά - renúncia, renunciar, resignar, renuncie, demissão, resignação, a renúncia, ...
Τυχαίες λέξεις
Παραίνεση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: exortação, a exortação, exortações
Μεταφράσεις: exortação, a exortação, exortações