Πλήρης στα δανικά
Μετάφραση: πλήρης, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
hele, fuld, total, komplet, fuldstændig, komplette, fuldstændige, fuldstændigt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλήρης
πλήρης κυριότητα, πλήρης στοίχιση, πλήρης οθόνη, πλήρης κλίση, πλήρης ημερών, πλήρης λεξικό γλώσσας δανικά, πλήρης στα δανικά
Μεταφράσεις
- πλήθος στα δανικά - masse, opløb, crowd, mængden, publikum, tilskuerne, tilskuere
- πλήξη στα δανικά - kedsomhed, livslede, ennui, Kjedsomhed
- πλήρως στα δανικά - fuldt, fuldt ud, helt, fuld, fuldstændig
- πλήττω στα δανικά - bore, kølle, knippelsuppe
Τυχαίες λέξεις
Πλήρης στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: hele, fuld, total, komplet, fuldstændig, komplette, fuldstændige, fuldstændigt
Μεταφράσεις: hele, fuld, total, komplet, fuldstændig, komplette, fuldstændige, fuldstændigt