Hele στα ελληνικά
Μετάφραση: hele, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ολόκληρος, πλήρης, μεστός, γεμάτος, σύνολο, ολικός, παντού, όλη, σε όλη, σε ολόκληρη, σε όλο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- held στα ελληνικά - πιθανότητα, συγκυρία, τύχη, ευκαιρία, κίνδυνος, αποτολμώ, ευτυχία, ...
- heldig στα ελληνικά - τυχερός, ευτυχισμένος, τυχεροί, τυχεροί και, τυχερό, τυχερή
- helikopter στα ελληνικά - ελικόπτερο, πέλεκας, ελικοπτέρου, ελικοπτέρων, ελικόπτερα, του ελικοπτέρου
- helium στα ελληνικά - ήλιο, ηλίου, το ήλιο, του ηλίου, ήλιον
Τυχαίες λέξεις
Hele στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ολόκληρος, πλήρης, μεστός, γεμάτος, σύνολο, ολικός, παντού, όλη, σε όλη, σε ολόκληρη, σε όλο
Μεταφράσεις: ολόκληρος, πλήρης, μεστός, γεμάτος, σύνολο, ολικός, παντού, όλη, σε όλη, σε ολόκληρη, σε όλο