Στρώμα στα δανικά

Μετάφραση: στρώμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
lag, madras, blad, lagen, laget, fase, lags
Στρώμα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στρώμα

στρώμα memory foam, στρώμα μονό προσφορά, στρώμα φουσκωτό ύπνου, στρώμα καλαθούνας, στρώμα νερού, στρώμα λεξικό γλώσσας δανικά, στρώμα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • στρογγυλός στα δανικά - om, rund, cyklus, omgang, runde, rundt, af runde, ...
  • στροφή στα δανικά - veksle, forandre, svinge, kurve, dreje, vende, fold, ...
  • στρώνω στα δανικά - lægge, sætte, strø, strør, drysser, overså
  • στρώση στα δανικά - lag, laget, fase, lags
Τυχαίες λέξεις
Στρώμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: lag, madras, blad, lagen, laget, fase, lags