Τέμνω στα δανικά

Μετάφραση: τέμνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
skærer, skærer hinanden, krydser hinanden, intersect, krydser
Τέμνω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τέμνω

τέμνω αγγλικά, τέμνω αρχικοί χρόνοι, τέμνω ορισμός, τέμνω αόριστος, τέμνω συνώνυμο, τέμνω λεξικό γλώσσας δανικά, τέμνω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • τέλειος στα δανικά - perfekt, perfekte
  • τέλος στα δανικά - ende, fuldende, slutning, udgangen, slutningen, enden, afslutningen
  • τένις στα δανικά - tennis, tennisbane, bordtennis
  • τέντα στα δανικά - telt, teltet, tent, telt er
Τυχαίες λέξεις
Τέμνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: skærer, skærer hinanden, krydser hinanden, intersect, krydser