Τελείωμα στα δανικά
Μετάφραση: τελείωμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
færdig, Udfør, slut, mål, overflade
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τελείωμα
τελείωμα κεντήματος, τελείωμα με βελονάκι, τελείωμα πλεκτού, τελείωμα πλεξίματος, πλέξιμο τελείωμα, τελείωμα λεξικό γλώσσας δανικά, τελείωμα στα δανικά
Μεταφράσεις
- τεκμηρίωση στα δανικά - dokumentation, dokumentationen, dokumentationsredskab
- τεκμηριώνω στα δανικά - tekmiriono
- τελείως στα δανικά - helt, fuldstændigt, fuldstændig, fuldt, komplet
- τελείωσε στα δανικά - færdig, færdige, færdigt, faerdige, det færdige
Τυχαίες λέξεις
Τελείωμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: færdig, Udfør, slut, mål, overflade
Μεταφράσεις: færdig, Udfør, slut, mål, overflade