Τελείωμα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: τελείωμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
acabamento, revestimento, terminar, fim, acabamento de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τελείωμα
τελείωμα κεντήματος, τελείωμα με βελονάκι, τελείωμα πλεκτού, τελείωμα πλεξίματος, πλέξιμο τελείωμα, τελείωμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τελείωμα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- τεκμηρίωση στα πορτογαλικά - documentação, documentação do, a documentação, de documentação, documentação de
- τεκμηριώνω στα πορτογαλικά - tekmiriono
- τελείως στα πορτογαλικά - verdadeiramente, infalivelmente, impreterivelmente, absolutamente, deveras, completamente, totalmente, ...
- τελείωσε στα πορτογαλικά - sobre, forno, mais, acabado, terminado, acabados, acabada, ...
Τυχαίες λέξεις
Τελείωμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: acabamento, revestimento, terminar, fim, acabamento de
Μεταφράσεις: acabamento, revestimento, terminar, fim, acabamento de