Υπονοώ στα δανικά
Μετάφραση: υπονοώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
indebære, indebærer, medføre, betyde
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπονοώ
υπονοώ ορισμος, υπονοώ συνώνυμα, υπονοώ ετυμολογια, υπονοώ συνωνυμο, υπονοώ ή υπονοώ, υπονοώ λεξικό γλώσσας δανικά, υπονοώ στα δανικά
Μεταφράσεις
- υπονομευτικός στα δανικά - undergravende, subversive, statsfjendtlig, subversiv, subversivt
- υπονομεύω στα δανικά - sap, saft, saften, plantesaft
- υποπτεύομαι στα δανικά - mistænkte, mistænkt, mistanke, mistanke om, mistænktes
- υποσημείωση στα δανικά - fodnote, fodnoten, note, i fodnote
Τυχαίες λέξεις
Υπονοώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: indebære, indebærer, medføre, betyde
Μεταφράσεις: indebære, indebærer, medføre, betyde