Φωνάζω στα δανικά
Μετάφραση: φωνάζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
skrige, råbe, råb, skrig, græde, yell, råber, skrål, rĺbe
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φωνάζω
στο φωνάζω, το φωνάζω, φωνάζω συνώνυμα, φωνάζω ονειροκρίτης, φωνάζω στα αγγλικά, φωνάζω λεξικό γλώσσας δανικά, φωνάζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- φωλιά στα δανικά - rede, reden, nest, indlejre, yngler
- φωλιάζω στα δανικά - havn, rede, tilflugtssted, snuggle, putte, putte sig, i Snuggle
- φωνή στα δανικά - mængde, omfang, stemme, bog, lyd, bind, størrelse, ...
- φωναχτά στα δανικά - højt, op, høit, højlydt
Τυχαίες λέξεις
Φωνάζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: skrige, råbe, råb, skrig, græde, yell, råber, skrål, rĺbe
Μεταφράσεις: skrige, råbe, råb, skrig, græde, yell, råber, skrål, rĺbe