Λέξη: ανέκφραστος
Συνώνυμα: ανέκφραστος
κενός, μωρός, άφατος, ανείπωτος, ανεκδήλωτος
Μεταφράσεις: ανέκφραστος
ανέκφραστος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
inarticulate, deadpan, unexpressed, unutterable, inexpressible, vacuous
ανέκφραστος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
inexpresivo, inexpresiva, deadpan, sin expresión, impasible
ανέκφραστος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
undeutlich, unartikuliert, deadpan, ausdruckslos, ausdruckslose, ausdruckslosen, ausdruckslosem
ανέκφραστος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
vague, muet, confus, indistinct, inarticulé, figé, impassible, deadpan
ανέκφραστος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
impassibile, deadpan, inespressivo, inespressiva
ανέκφραστος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sem expressão, inexpressivo, impassível, inexpressiva, deadpan
ανέκφραστος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
deadpan, uitgestreken, uitgestreken gezicht, effen, stalen gezicht
ανέκφραστος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
немой, невнятный, несочлененный, косноязычный, нечленораздельный, молчаливый, невыразительное лицо, невозмутимым, невозмутимо, невозмутимый, невозмутимая
ανέκφραστος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
deadpan, Dødpannehumor
ανέκφραστος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
uttryckslöst, deadpan, uttryckslös, var uttryckslös, uttryckslösa
ανέκφραστος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ilmeetön
ανέκφραστος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
deadpan, udtryksløs, gravalvorlig, fladpandede
ανέκφραστος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
němý, nezřetelný, nejasný, neartikulovaný, bezvýrazný, kamenný, kamennou tváří, s kamennou tváří, tupý
ανέκφραστος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
niezrozumiały, niewyraźny, niemy, z kamienną miną, deadpan, śmiertelnie poważnie, śmiertelnie poważny
ανέκφραστος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pléhpofa, pléhpofával, pléhpofájú, fapofával, kicsit dühös
ανέκφραστος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
duygusuz, deadpan, duygusuz bir, ifadesiz
ανέκφραστος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
невміло, невправно, невиразне обличчя
ανέκφραστος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
qetë me, i qetë me
ανέκφραστος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
безизразния, безизразно, безизразен вид, каменно лице, с каменно лице
ανέκφραστος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
невыразнае
ανέκφραστος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
segane, kõnevõimetu, väljendusraskustega, Ilmeetön, ükskõikse näoga, tõsise ilmega tehtud naljadest
ανέκφραστος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
nijem, bezizrazan, bezizrazno lice
ανέκφραστος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
deadpan
ανέκφραστος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Tyliai vaizdas, bejausmė, Iš kamienną mina, Nejudančio asmuo, kamienną mina
ανέκφραστος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
deadpan
ανέκφραστος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
безизразна, deadpan, привидно безизразна
ανέκφραστος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
deadpan, inexpresiv, lor inexpresiv
ανέκφραστος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
deadpan
ανέκφραστος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
bezvýraznú, bezvýrazný
Τυχαίες λέξεις