Σαφώς στα εσθονικά
Μετάφραση: σαφώς, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
iseloomulikult, selgelt, selgesti, ilmselgelt, selge
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαφώς
σαφώς συνώνυμα, σαφώς λεξικό γλώσσας εσθονικά, σαφώς στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- σαφήνεια στα εσθονικά - selgus, selguse, selgust, selguse huvides, selge
- σαφής στα εσθονικά - ühemõtteline, selge, kindel, määrav, sõnaselge, selgelt, selged, ...
- σαχλαμάρα στα εσθονικά - banaalsus, tühiasi, nipsasi, jamama, pealiskaudselt tegelema, armatsema
- σαχλός στα εσθονικά - tuim, elutu, maotu, Emotsionaalse, paatoslikult, Emad, Imelä
Τυχαίες λέξεις
Σαφώς στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: iseloomulikult, selgelt, selgesti, ilmselgelt, selge
Μεταφράσεις: iseloomulikult, selgelt, selgesti, ilmselgelt, selge