Σαφώς στα ολλανδικά
Μετάφραση: σαφώς, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
duidelijk, duidelijke, duidelijk te, goed, helder
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαφώς
σαφώς συνώνυμα, σαφώς λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σαφώς στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- σαφήνεια στα ολλανδικά - helderheid, klaarheid, duidelijkheid, de duidelijkheid, duidelijk
- σαφής στα ολλανδικά - definitief, doorzichtig, onherroepelijk, duidelijk, helder, duidelijke, heldere, ...
- σαχλαμάρα στα ολλανδικά - kleinigheid, bagatel, trifle, onbenulligheid, bijzaak
- σαχλός στα ολλανδικά - flauw, sentimenteel, mawkish, walgelijk soort, onsmakelijke, walgelijkste
Τυχαίες λέξεις
Σαφώς στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: duidelijk, duidelijke, duidelijk te, goed, helder
Μεταφράσεις: duidelijk, duidelijke, duidelijk te, goed, helder