Ιατρός στα ισλανδικά
Μετάφραση: ιατρός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
læknir, doktor, læknirinn, lækni, Ritstjóri, læknis
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιατρός
ιατρός εργασίας ειδικοτητα, ιατρός πρωκτολόγος, ιατρός εργασία, ιατρός εργασίας νομοθεσία, ιατρός ποδολόγος, ιατρός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ιατρός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ιατρική στα ισλανδικά - lyf, lyfið, lyfi, læknisfræði, lyf sem
- ιατρικός στα ισλανδικά - læknis, læknisfræði, Læknisaðstoð, læknisfræðileg, læknisfræðilega
- ιδέα στα ισλανδικά - hugsjón, hugmynd, hugtak, Hugmyndin
- ιδίως στα ισλανδικά - einkum, sérstaklega, sérlega, lagi, síst
Τυχαίες λέξεις
Ιατρός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: læknir, doktor, læknirinn, lækni, Ritstjóri, læknis
Μεταφράσεις: læknir, doktor, læknirinn, lækni, Ritstjóri, læknis