Πινελιά στα ισλανδικά

Μετάφραση: πινελιά, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
snerta, snertir, að snerta, snertingu, snerti
Πινελιά στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πινελιά

πινελιά στα αγγλικά, θεατρική πινελιά, πινελιά συνώνυμο, πινελιά creative meating, πινελιά λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πινελιά στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • πινέλο στα ισλανδικά - bursta, bursti, pensill
  • πινακοθήκη στα ισλανδικά - gallerí, Gallery, Myndasafnið, skoða gallerí, Myndasafn
  • πιπέρι στα ισλανδικά - pipar, paprika, papriku, pipar eftir
  • πιπίλα στα ισλανδικά - pacifier
Τυχαίες λέξεις
Πινελιά στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: snerta, snertir, að snerta, snertingu, snerti