Συγκαλώ στα ισλανδικά

Μετάφραση: συγκαλώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
boða, boða til, kalla saman, boðað, boÃ
Συγκαλώ στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συγκαλώ

συγκαλώ συνωνυμα, συγκαλώ αγγλικά, συγκαλώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συγκαλώ στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • συγκέντρωση στα ισλανδικά - styrkur, styrk, þéttni, styrkleiki, styrkurinn
  • συγκίνηση στα ισλανδικά - hrollur, geðshræring, tilfinning, tilfinningar, tilfinningum, tilfinningin
  • συγκατάθεση στα ισλανδικά - samkomulag, samþykki, samþykkis, samþykki sitt
  • συγκατανεύω στα ισλανδικά - samþykki, játa, sygkatanefo
Τυχαίες λέξεις
Συγκαλώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: boða, boða til, kalla saman, boðað, boÃ