Ψηφίο στα ισλανδικά
Μετάφραση: ψηφίο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stafa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψηφίο
ψηφίο ισοτιμίας, δυαδικό ψηφίο, σημαντικό ψηφίο, δεκαδικό ψηφίο, ψηφίο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ψηφίο στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ψηλός στα ισλανδικά - hár, hæð, á hæð, mikill, hávaxin
- ψηφίζω στα ισλανδικά - kjósa, atkvæði, atkvæða, greiða atkvæði
- ψηφιακός στα ισλανδικά - stafræn, stafræna, stafrænn, stafrænu, stafrænar
- ψηφοφορία στα ισλανδικά - atkvæðagreiðslu, greiða atkvæði, atkvæðagreiðsla, atkvæði, atkvæði greiða
Τυχαίες λέξεις
Ψηφίο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: stafa
Μεταφράσεις: stafa