Λέξη: σασί
Σχετικές λέξεις: σασί
αμάξωμα σασί, σασί ετυμολογία, σασί μετάφραση, πλύσιμο σασί, σασί αγγλικά, σασί αυτοκινήτων, σασί αυτοκινήτου
Συνώνυμα: σασί
αμάξωμα, σκελετός αυτοκίνητου
Μεταφράσεις: σασί
σασί στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
chassis, the chassis, undercarriage, chassis of
σασί στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
chasis, bastidor, chasis de, del chasis, de chasis
σασί στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gehäuse, fahrgestell, fahrwerk, Chassis, Fahrgestell, Gehäuse, Fahrwerk
σασί στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bordure, atterrisseur, châssis, chassis, le châssis, châssis de, boîtier
σασί στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
telaio, chassis, telai, del telaio, il telaio
σασί στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
chassis, chassi, gabinete, chassi de, do chassi
σασί στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
chassis, onderstel, het chassis, behuizing, frame
σασί στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
рама, шасси, корпус, корпуса, шасси с, ходовая часть
σασί στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
chassis, understell, chassiset, kabinettet, understellet
σασί στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
chassi, chassit, chassiet
σασί στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kori, kehikko, alusta, alustan, rungon, runko, runkoon
σασί στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
chassis, chassiset, kabinettet, kabinet, stel
σασί στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
podvozek, šasi, podvozku, podvozky, rám
σασί στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
podwozie, nadwozie, rama, podwozia, obudowy, chassis
σασί στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
alváz, futómű, alvázak, váz, alvázra
σασί στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şasi, taşıyıcı, kasa, şaşi, taşıyıcıları
σασί στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
рама, шасі
σασί στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shasi, Shasia, shasisë, shasise, karkasë
σασί στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
шаси, шасито, шасита, стенд, на шасито
σασί στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
шасі
σασί στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kere, raam, šassii, veod, chassis, raami
σασί στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
okvir, šasija, postolje, podvozje, šasije, kućište, podvozja
σασί στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
undirvagn, undirvagni, grindin, grind
σασί στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
važiuoklė, Važiuoklės, šasi, šasi su, chassis
σασί στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
šasija, šasijas, chassis, šasija ar, šasiju
σασί στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
шасија, шасијата, на шасијата, шасии
σασί στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
şasiu, șasiu, sasiu, șasiului, pentru transport, șasiul
σασί στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ogrodje, šasije, podvozje, šasija, podvozja, ohišje
σασί στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
šasi, podvozok, podvozek
Τυχαίες λέξεις