Ξαφνιάζω στα ιταλικά

Μετάφραση: ξαφνιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sbalordire, sorpresa, a sorpresa, sorprendere, una sorpresa, di sorpresa
Ξαφνιάζω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξαφνιάζω

ξαφνιάζω συνώνυμα, ξαφνιάζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, ξαφνιάζω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ξανθός στα ιταλικά - leggero, fiera, mercato, giusto, lieve, lume, equo, ...
  • ξαπλώνω στα ιταλικά - laico, collocare, posare, deporre, mettere, porre, bugia, ...
  • ξαφνικά στα ιταλικά - improvvisamente, all'improvviso, tratto, un tratto, colpo
  • ξαφνικός στα ιταλικά - repentino, subitaneo, improvviso, improvvisa, all'improvviso, improvvisi
Τυχαίες λέξεις
Ξαφνιάζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: sbalordire, sorpresa, a sorpresa, sorprendere, una sorpresa, di sorpresa