Εμπιστευτικός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: εμπιστευτικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
канфідэнцыйная, канфідэнцыяльная, канфэдэнцыйным, прадметам канфэдэнцыйным
Εμπιστευτικός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμπιστευτικός

εμπιστευτικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εμπιστευτικός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • εμπειρογνώμονας στα λευκορωσικά - эксперт, экспэрт
  • εμπειρογνώμων στα λευκορωσικά - эксперт, экспэрт
  • εμπιστεύομαι στα λευκορωσικά - давер
  • εμπιστοσύνη στα λευκορωσικά - упэўненасць, ўпэўненасць, ўпэўненасьць, упэўненасьць, перакананасць
Τυχαίες λέξεις
Εμπιστευτικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: канфідэнцыйная, канфідэнцыяльная, канфэдэнцыйным, прадметам канфэдэнцыйным