Ενοχλούμαι στα νορβηγικά
Μετάφραση: ενοχλούμαι, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
larm, bråk, bry, irritert
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενοχλούμαι
ενοχλούμαι λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ενοχλούμαι στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ενοχή στα νορβηγικά - skyld, skyldfølelse, skylden, skyldfølelsen
- ενοχλητικός στα νορβηγικά - rist, gitter, meddlesome, gesjeftig, for Meddlesome, geskjeftige, Anmeldelse for Meddlesome
- ενοχλώ στα νορβηγικά - sjenere, bekymring, larm, forstyrre, irritere, bekymre, bry, ...
- ενοχοποιώ στα νορβηγικά - belaste, implisere, impliserer
Τυχαίες λέξεις
Ενοχλούμαι στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: larm, bråk, bry, irritert
Μεταφράσεις: larm, bråk, bry, irritert