Αξέχαστος στα ολλανδικά
Μετάφραση: αξέχαστος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
heuglijk, gedenkwaardig, onvergetelijk, onvergetelijke, plezierig, een onvergetelijke
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αξέχαστος
αξέχαστοσ συνώνυμα, αξέχαστος συνώνυμο, αξέχαστος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αξέχαστος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ανώτατος στα ολλανδικά - soeverein, oppermachtig, top, boven, bovenkant, bovenste, bovenaan
- ανώτερος στα ολλανδικά - superieur, opperste, superieure, superior, een superieure, beter
- αξία στα ολλανδικά - verdienste, verdienen, toekomen, gehalte, waarderen, achten, taxeren, ...
- αξίζω στα ολλανδικά - toekomen, verdienen, verdient, verdien, verdiend, waard
Τυχαίες λέξεις
Αξέχαστος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: heuglijk, gedenkwaardig, onvergetelijk, onvergetelijke, plezierig, een onvergetelijke
Μεταφράσεις: heuglijk, gedenkwaardig, onvergetelijk, onvergetelijke, plezierig, een onvergetelijke