Λέξη: οδοιπορία
Σχετικές λέξεις: οδοιπορία
συν-οδοιπορία, οδοιπορία στο φωσ και τη σκιά τησ ελλάδασ
Συνώνυμα: οδοιπορία
πορεία, βάδισμα, εμβατήριο, σύνορο, εφημερίδα, ημερολόγιο, στροφέας άξονα, ημερολόγιο διάφορων πράξεων
Μεταφράσεις: οδοιπορία
οδοιπορία στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
trek, march, journal, trekking, hiking
οδοιπορία στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
marcha, marzo, de marzo, marzo de, de marzo de
οδοιπορία στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
treck, Marsch, marschieren, März, march
οδοιπορία στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
voyager, avancer, voyage, trajet, expédition, mars
οδοιπορία στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
marcia, marzo, March, marciare, corteo
οδοιπορία στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
marcha, março, março de, de Março, de Março de
οδοιπορία στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
mars, maart, opmars, March, tocht
οδοιπορία στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
мигрировать, переселяться, переход, переселение, пересекать, марш, марта, Март, шествие, поход
οδοιπορία στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
mars, marsj, marsjen, march
οδοιπορία στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
mars, marsch, marschen, skrevs den mars
οδοιπορία στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tarpoa, vaellus, marssi, marssia, maaliskuuta, päivänä maaliskuuta, maaliskuussa
οδοιπορία στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
marts, march, marchen, marcherende, fremmarch
οδοιπορία στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
cestování, cestovat, výprava, cesta, jít, pochod, března, březen, pochodu, march
οδοιπορία στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wyprawa, podróż, podróżować, posuwać, marsz, pochód, przemarsz, marzec, marca
οδοιπορία στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
költözés, március, felvonulás, márciusában, menetelés, menet
οδοιπορία στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
marş, Mart, march, yürüyüşü, yürüyüş
οδοιπορία στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
перетинати, пересікати, перехід, переселятись, марш, руш
οδοιπορία στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
marshim, marshimi, marsh, mars, Marshi
οδοιπορία στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
март, поход, марш, шествие, преход
οδοιπορία στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
марш
οδοιπορία στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
märts, märtsi, märtsil, marss, marsi
οδοιπορία στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
putovati, ožujak
οδοιπορία στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
mars, March, framrás, mars í, Mar
οδοιπορία στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žygis, kovas, maršas, kovo, eitynės
οδοιπορία στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
gājiens, marts, march, maršs, gaita
οδοιπορία στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
март, маршот, марш, ти март
οδοιπορία στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
marș, martie, march, mars, marșul
οδοιπορία στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
march, marec, pohod, marš, koračnica
οδοιπορία στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
výprava, beh, pochod, pochodu
Τυχαίες λέξεις