Απορρίμματα στα ολλανδικά
Μετάφραση: απορρίμματα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
afval, draagbaar, uitschot, prullenbak, vuilnis, trash
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απορρίμματα
απορρίμματα στη θάλασσα, απορρίμματα σχέδιο δράσης, απορρίμματα και ανακύκλωση, απορρίμματα σχέδιο μαθήματος, απορρίμματα φύλλα εργασίας, απορρίμματα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, απορρίμματα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αποπομπή στα ολλανδικά - ontslag, uitwijzing, verdrijving, uitdrijving, verbanning, uitzetting
- απορρέω στα ολλανδικά - aporreo
- απορρίπτω στα ολλανδικά - afslaan, vertikken, weigeren, bedanken, verwerpen, afdanken, afkeuren, ...
- απορροφητικός στα ολλανδικά - absorberend, absorbens, absorberende, zuigende, absorptiemiddel
Τυχαίες λέξεις
Απορρίμματα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: afval, draagbaar, uitschot, prullenbak, vuilnis, trash
Μεταφράσεις: afval, draagbaar, uitschot, prullenbak, vuilnis, trash