Αυτόγραφο στα ολλανδικά

Μετάφραση: αυτόγραφο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
autograaf, handtekening, autograph, handtekeningen, handtekening van
Αυτόγραφο στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυτόγραφο

αυτόγραφο messi, αυτόγραφο λεξικό, ονειροκρίτης αυτόγραφο, αυτόγραφο μεταφραση, αυτόγραφο στα αγγλικα, αυτόγραφο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αυτόγραφο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αυτούς στα ολλανδικά - hun, ze, hen, deze, te
  • αυτό στα ολλανδικά - dit, het, dat, die, 't, deze, de
  • αυτόματο στα ολλανδικά - automatisch, werktuiglijk, zelfwerkend, automatische, Automatic, de automatische, automaat
  • αυτόν στα ολλανδικά - hij, hem, hem te, zijn
Τυχαίες λέξεις
Αυτόγραφο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: autograaf, handtekening, autograph, handtekeningen, handtekening van