Βαθμίδα στα ολλανδικά

Μετάφραση: βαθμίδα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
reeks, stand, status, rij, toerbeurt, graad, rang, beurt, file, gelid, stap, stappen, voor stap, stap voor, trede
Βαθμίδα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βαθμίδα

βαθμίδα θερμοκρασίας, βαθμίδα αγγλικά, βαθμίδα (rank) ενός πίνακα, βαθμίδα καθηγητών, βαθμίδα πίνακα, βαθμίδα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, βαθμίδα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • βαζάκι στα ολλανδικά - vat, pot, vaas, pul, kruik, potje, jar, ...
  • βαθιά στα ολλανδικά - diep, ernstig, diepe, sterk, dieper
  • βαθμιαία στα ολλανδικά - geleidelijk, langzamerhand, geleidelijk aan, langzaam, geleidelijke
  • βαθμιαίος στα ολλανδικά - geleidelijk, progressief, vooruitstrevend, progressieve, geleidelijke, progressive
Τυχαίες λέξεις
Βαθμίδα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: reeks, stand, status, rij, toerbeurt, graad, rang, beurt, file, gelid, stap, stappen, voor stap, stap voor, trede