Βροχόπτωση στα ολλανδικά

Μετάφραση: βροχόπτωση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
regenval, neerslag, regenval in, neerslag in, regen
Βροχόπτωση στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βροχόπτωση

poseidon βροχόπτωση, βροχόπτωση 2012, βροχόπτωση αθηνα, βροχόπτωση στην ελλάδα, βροχόπτωση χιλιοστά, βροχόπτωση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, βροχόπτωση στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • βροχή στα ολλανδικά - stroom, regen, vloed, regenen, de regen, rain, regenval
  • βροχερός στα ολλανδικά - regenachtig, regenachtige, regen, regentijd
  • βρυχηθμός στα ολλανδικά - loeien, bulderen, brullen, daveren, gebrul, gebulder, geraas, ...
  • βρυχώμαι στα ολλανδικά - loeien, brullen, bulderen, daveren, gebrul, gebulder, geraas, ...
Τυχαίες λέξεις
Βροχόπτωση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: regenval, neerslag, regenval in, neerslag in, regen