Είκοσι στα ολλανδικά
Μετάφραση: είκοσι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
twintig, twintigtal, en twintig
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: είκοσι
είκοσι μία, είκοσι πρακτικές συμβουλές για ταπείνωση, είκοσι τέσσερις, είκοσι γυναίκες κι εγώ, είκοσι χιλιάδες λεύγες κάτω από τη θάλασσα, είκοσι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, είκοσι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- είδος στα ολλανδικά - bereidvaardig, aardig, bereidwillig, zoet, indelen, slag, voorkomend, ...
- είδωλο στα ολλανδικά - voorstelling, afbeelding, prent, plaat, figuur, prototype, afgod, ...
- είμαι στα ολλανδικά - zijn, leven, verkeren, bestaan, ik ben, ik weet, ik, ...
- είσοδος στα ολλανδικά - intrede, ingang, inleiding, aanmelding, binnengaan, entree, toegang, ...
Τυχαίες λέξεις
Είκοσι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: twintig, twintigtal, en twintig
Μεταφράσεις: twintig, twintigtal, en twintig