Επιγραφή στα ολλανδικά
Μετάφραση: επιγραφή, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
inscriptie, opschrift, inschrijving
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιγραφή
επιγραφή καστοριάς, επιγραφή της γόρτυνας, επιγραφή γόρτυνας, επιγραφή δισπηλιού, επιγραφή του σάγκμπορο, επιγραφή λεξικό γλώσσας ολλανδικά, επιγραφή στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- επιβραδύνω στα ολλανδικά - vertragen, zwakhoofd, idioot, retard, vertraging, vertragingskamer, vertragingsrol
- επιγράφω στα ολλανδικά - inschrijven, graveren, beschrijven, opschrijven
- επιδέξια στα ολλανδικά - kundig, bekwaam, vakkundig, toeverlaat, knap
- επιδέξιος στα ολλανδικά - vakman, knap, bekwaam, bedreven, behendig, deskundig, adept, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιγραφή στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: inscriptie, opschrift, inschrijving
Μεταφράσεις: inscriptie, opschrift, inschrijving