Ευκρινής στα ολλανδικά
Μετάφραση: ευκρινής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
doorzichtig, articuleren, verwoorden, te articuleren, formuleren, te verwoorden
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευκρινής
ευκρινής σημασια, ευκρινής συνώνυμα, ευκρινής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ευκρινής στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ευκολόπιστος στα ολλανδικά - lichtgelovig, efkolopistos
- ευκρίνεια στα ολλανδικά - scherpte, de scherpte, beeldscherpte, scherp, scherpte van
- ευλάβεια στα ολλανδικά - eerbied, verering, respect, ontzag, reverence
- ευλογία στα ολλανδικά - goedkeuring, fiat, zegening, zegen, weldaad, bijval, zegen te, ...
Τυχαίες λέξεις
Ευκρινής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: doorzichtig, articuleren, verwoorden, te articuleren, formuleren, te verwoorden
Μεταφράσεις: doorzichtig, articuleren, verwoorden, te articuleren, formuleren, te verwoorden