Λέξη: τελώνιο

Σχετικές λέξεις: τελώνιο

τελώνιο wiki, τελώνιο λεξικο

Συνώνυμα: τελώνιο

προεξοχή, δαιμόνιο, καλικάντζαρος, ξωτικό, ήλος

Μεταφράσεις: τελώνιο

τελώνιο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
demon, hob

τελώνιο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
demonio, quemador, encimera, vitrocerámica, placa, fogones

τελώνιο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dämon, teufel, Kochfeld, Herd

τελώνιο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
diable, démon, plaque, plaques, plaque de cuisson, table de cuisson, plaques chauffantes

τελώνιο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
demonio, demone, piastra, piano cottura, piano di cottura, fornello, piano cottura in

τελώνιο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fogão, placa, placa de, fogão a, fogão de

τελώνιο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
demon, duivel, haardplaat, kookplaat, fornuis, kookplaten, een kookplaat

τελώνιο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
дьявол, чёрт, черт, сатана, бес, втулка, плита, плитой, варочная панель, варочная поверхность

τελώνιο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
djevel, komfyr, kokeplater, kokeplate, topp, platetopp

τελώνιο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
demon, häll, kokplatta, hällen, spis, spishäll

τελώνιο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
piru, riivaaja, demoni, lämpölevy, liesi, keittotaso, keittotason, grilli

τελώνιο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
dæmon, djævel, komfur, kogeplade, kogeplader, kogepladen, komfur med

τελώνιο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zloduch, ďábel, čert, varná deska, sporák, deska, varné desky, deskou

τελώνιο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
demon, płyta, Kuchenka, kuchenka z płytą, płytą, z płytą

τελώνιο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
főzőlap, tűzhely, főzőlappal, főzőlapot, tűzhellyel

τελώνιο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şeytan, ocak, taban, ızgarası, ocagi, başlı

τελώνιο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
біс, диявол, демон, сатана, демоне, чорт, втулка, втулки

τελώνιο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dreqi, vitore, lugat, kunj, gogol, hob

τελώνιο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
демон, дяволче, котлони, плот, котлон, комбинирана печка

τελώνιο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўтулка, ўтулкі, утулка

τελώνιο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
deemon, paharet, keeduplaat, pliit, pliidiplaat, pliidiplaadi

τελώνιο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
đavo, demon, zloduh, bauk, ploča, ploča za kuhanje, Kuhalište, kuhaća ploča

τελώνιο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ári, helluborð, helluborði

τελώνιο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
velnias, demonas, šėtonas, įvorė, priežda, pavaža, stebulė, priekrosnis

τελώνιο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sātans, velns, rumba, plīts, sildvirsma, virsma, bukse

τελώνιο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ѓавол, готвење, плашило, Можност за, Можност, плочата

τελώνιο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
demon, aragaz, plita, plită, aragaz cu placă, plitei

τελώνιο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
démon, kuhališče, kuhalna plošča, kuhališča, Kuhalnik, kuhalna

τελώνιο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
démon, varná, rýchlovarná, varné, varný
Τυχαίες λέξεις