Λέξη: σταθερότητα

Σχετικές λέξεις: σταθερότητα

σταθερότητα χαρακτήρα, σταθερότητα αγγλικά, σταθερότητα τιμών, σταθερότητα των τιμών, σταθερότητα φαρμακευτικών προϊόντων, σταθερότητα των τιμών γιατί είναι σημαντική για σένα, σταθερότητα φαρμάκων, σταθερότητα συνώνυμα, σταθερότητα λεξικό, σταθερότητα πυρήνων

Συνώνυμα: σταθερότητα

εμμονή, παγιότητα, σταθερότης, μονιμότητα, μονιμότης, μονιμοποίηση, πιστότητα, πιστότης, τακτικότητα, τακτικότης, συνοχή, πυκνότητα, συνέπεια, αμετάβλητο

Μεταφράσεις: σταθερότητα

σταθερότητα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
stability, reliability, firmness, consistency, stability of, stable

σταθερότητα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
estabilidad, seguridad, la estabilidad, estabilidad de, de estabilidad, la estabilidad de

σταθερότητα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
betriebssicherheit, stabilität, dauerhaftigkeit, kurvenfahrverhalten, zuverlässigkeit, standfestigkeit, beständigkeit, ausfallsicherheit, störfestigkeit, Stabilität, Stabilitäts, die Stabilität, Beständigkeit

σταθερότητα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
fermeté, permanence, constance, persévérance, fiabilité, certitude, consistance, fixité, stabilité, solidité, la stabilité, de stabilité, une stabilité, de la stabilité

σταθερότητα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fermezza, stabilità, la stabilità, di stabilità, stabilità dei, della stabilità

σταθερότητα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
estabilidade, a estabilidade, estabilidade de, de estabilidade, da estabilidade

σταθερότητα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
stabiliteit, de stabiliteit, stabiliteit van, stabiliteit te, stabiliteitsprogramma

σταθερότητα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
постоянство, остойчивость, непоколебимость, достоверность, благонадёжность, надёжность, стабильность, устойчивость, стойкость, твердость, надежность, прочность, незыблемость, стабильности, устойчивости, стабильного

σταθερότητα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fasthet, stabilitet, stabiliteten, stabilitets, stabil

σταθερότητα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
stabilitet, stabiliteten, stabilitets

σταθερότητα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
käyttövarmuus, vakavuus, horjumattomuus, vakaus, käyntivarmuus, stabiilius, luotettavuus, kate, pysyvyys, stabiliteetti, vakauden, vakautta

σταθερότητα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
stabilitet, stabiliteten, stabile, stabilitetsprogram

σταθερότητα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
stabilita, spolehlivost, odolnost, stálost, ustálenost, pevnost, stability, stabilitu, stabilizace

σταθερότητα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zawodność, wytrzymywanie, pewność, stateczność, solidność, stabilność, stałość, rzetelność, trwałość, wiarogodność, niezawodność, stabilności

σταθερότητα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
stabilitás, stabilitást, stabilitását, stabilitása, stabilitásának

σταθερότητα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
istikrar, stabilite, kararlılık, stabilitesi, kararlılığı

σταθερότητα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
несхитність, релевантний, істотний, доречний, відповідний, стійкість, тривкість, стабільність, стабільності

σταθερότητα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
stabilitet, stabiliteti, stabilitetin, stabilitetit, stabiliteti i

σταθερότητα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
устойчивост, стабилност, стабилността, на стабилността

σταθερότητα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стабільнасць, стабільнасьць

σταθερότητα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
stabiilsus, usaldusväärsus, stabiilsuse, stabiilsust, stabiilsuskontroll, stabiilsusele

σταθερότητα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pouzdanost, postojanost, stabilnost, stabilnosti

σταθερότητα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stöðugleika, stöðugleiki, stöðugt, þol, stöðugleika við

σταθερότητα στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
stabilitas

σταθερότητα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
stabilumas, stabilumo, stabilumą, stabilumui, pastovumas

σταθερότητα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
stabilitāte, stabilitāti, stabilitātes, stabilitātei

σταθερότητα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
стабилност, стабилноста, на стабилноста, стабилноста на, стабилност на

σταθερότητα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
stabilitate, stabilitatea, stabilității, de stabilitate, a stabilității

σταθερότητα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pevnost, stabilnost, stabilnosti, obstojnost, za stabilnost

σταθερότητα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
stabilita, stálosť, spoľahlivosť, stabilitu, stability, stabilitou
Τυχαίες λέξεις