Ιππασία στα ολλανδικά
Μετάφραση: ιππασία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
paardrijden, rijden, huifkartochten, berijden, het berijden
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιππασία
ιππασία θεσσαλονίκη, ιππασία μαραθώνας, ιππασία στη θεσσαλονίκη, ιππασία κύπρος, ιππασία ιωάννινα, ιππασία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ιππασία στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ιμπρεσιονιστικός στα ολλανδικά - impressionist, impressionistische, impressionistisch, impressionist van, van de impressionist
- ιονίζω στα ολλανδικά - ioniseren, ionize, ionizeren, te ioniseren, ioniseren van
- ιππεύω στα ολλανδικά - gaan, rijden, karren, varen, houwen, hakken, hack, ...
- ιππικό στα ολλανδικά - ruiterij, paardenvolk, cavalerie, de Cavalerie, cavalerie van, van de Cavalerie
Τυχαίες λέξεις
Ιππασία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: paardrijden, rijden, huifkartochten, berijden, het berijden
Μεταφράσεις: paardrijden, rijden, huifkartochten, berijden, het berijden