Κουζίνα στα ολλανδικά

Μετάφραση: κουζίνα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
oven, fornuis, kachel, kookgelegenheid, keuken, de keuken
Κουζίνα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κουζίνα

κουζίνα ικεα, κουζίνα pitsos, κουζίνα korting, κουζίνα miele, κουζίνα της μαμάς, κουζίνα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κουζίνα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κουδουνίζω στα ολλανδικά - klappen, kletteren, klakken, klikken, gerinkel, rinkelen, klingelen, ...
  • κουδούνι στα ολλανδικά - bel, klok, belletje, bell, klokje
  • κουζουλός στα ολλανδικά - uitzinnig, stapel, waanzinnig, krankzinnig, gek, dolzinnig, dol, ...
  • κουκίδα στα ολλανδικά - stip, oog, punt, dot, puntje
Τυχαίες λέξεις
Κουζίνα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: oven, fornuis, kachel, kookgelegenheid, keuken, de keuken