Κρίνος στα ολλανδικά

Μετάφραση: κρίνος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
lelie, Lily, De Lelie, de Lelie van, lelietje
Κρίνος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κρίνος

κρίνος λουκουμάδες, κρίνος κατασκευή, κρίνος συμβολισμός, κρίνος στα αγγλικά, κρίνος λουλούδι, κρίνος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κρίνος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κρίκος στα ολλανδικά - monteren, zetten, link, koppeling, verband, verbinding, klikken
  • κρίμα στα ολλανδικά - schade, schaamte, beklagen, schande, jammer, medelijden, jammer dat, ...
  • κρίνω στα ολλανδικά - geloven, menen, rechter, jurylid, keurmeester, oordelen, beoordelen
  • κρίση στα ολλανδικά - crisis, crisis te, de crisis, crisis in
Τυχαίες λέξεις
Κρίνος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: lelie, Lily, De Lelie, de Lelie van, lelietje