Κυκλοθυμικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: κυκλοθυμικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
humeurig, Moody, humeurige, stemmige, somber
Κυκλοθυμικός στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυκλοθυμικός

είμαι κυκλοθυμικός, κυκλοθυμικός ορισμός, κυκλοθυμικός στα αγγλικά, κυκλοθυμικός χαρακτήρας, tus κυκλοθυμικός, κυκλοθυμικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κυκλοθυμικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κυκεώνας στα ολλανδικά - verwarring, verwardheid, wanorde, jachtschotel, HotPot, stoofpot, de HotPot, ...
  • κυκλικός στα ολλανδικά - rondschrijven, kring, circulaire, cirkel, cirkelvormig, rond, cirkelvormige
  • κυκλοφορία στα ολλανδικά - omloop, passage, roulatie, circulatie, verkeer, verkeer brengen, het verkeer
  • κυκλοφοριακός στα ολλανδικά - circulative, circulatiepomp, een circulatiepomp, circulatiepomp zijn, een circulatiepomp zijn
Τυχαίες λέξεις
Κυκλοθυμικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: humeurig, Moody, humeurige, stemmige, somber