Κυνισμός στα ολλανδικά
Μετάφραση: κυνισμός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
cynisme, het cynisme, cynisch, cynische
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυνισμός
κυνισμός βικιλεξικό, κυνισμός αποφθεγματα, πολιτικός κυνισμός, κυνισμός σημασία, κυνισμός ετυμολογία, κυνισμός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κυνισμός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κυνηγώ στα ολλανδικά - schacht, jagen, stam, achtervolging, vervolging, verdrijven, narennen, ...
- κυνικός στα ολλανδικά - cynisch, hoektand, honds, honden, hond, canine
- κυοφορία στα ολλανδικά - dracht, zwangerschap, de dracht, de zwangerschap, draagtijd
- κυπρίνος στα ολλανδικά - karper, karpers, de karper, carp
Τυχαίες λέξεις
Κυνισμός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: cynisme, het cynisme, cynisch, cynische
Μεταφράσεις: cynisme, het cynisme, cynisch, cynische