Λέξη: ρουθούνισμα
Σχετικές λέξεις: ρουθούνισμα
ρουθούνισμα βρέφους, ρουθούνισμα μωρού
Μεταφράσεις: ρουθούνισμα
ρουθούνισμα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sniffing, grunting, snorting
ρουθούνισμα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
gruñidos, gruñir, gruñido, gruñendo, gruñe
ρουθούνισμα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schnoben, schnüffelnd, abschnüffeln, Grunzen, grunzenden, Gegrunze, grunzende, grunting
ρουθούνισμα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
furetage, grognement, grognements, grognant, grogner, des grognements
ρουθούνισμα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
grugniti, grugnito, grugnire, grugnendo, grunting
ρουθούνισμα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
grunhir, grunhidos, grunhindo, grunhido, gemido
ρουθούνισμα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
knorrend, geknor, grommend, knorren, grunting
ρουθούνισμα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
хрюканье, кряхтя, ворчание, хрюканьем, ворчащий
ρουθούνισμα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
grynt, gryntende, grunting, grynting
ρουθούνισμα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
grunting, grymtande, grymt, grymtningar
ρουθούνισμα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
grunting
ρουθούνισμα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
gryntende, grunting, grynten, prustende
ρουθούνισμα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
čmuchání, chrochtání
ρουθούνισμα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pochrząkiwanie, chrząkanie, chrząkania
ρουθούνισμα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
röfögés, morgás, hörgő, morgó, morgós
ρουθούνισμα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
homurtular, grunting, Homurdanma
ρουθούνισμα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
нюхання, рохкання, хрюкання
ρουθούνισμα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
grunting
ρουθούνισμα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сумтене, грухтеше, сумти
ρουθούνισμα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
рохканне, рохканьне, хрюканье
ρουθούνισμα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
röhkimine
ρουθούνισμα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
grunting
ρουθούνισμα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
grunting
ρουθούνισμα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Pochrząkiwanie
ρουθούνισμα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
Bilances, grunting, sevī ņurdēšanu, ņurdēšanu
ρουθούνισμα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
разгровтана
ρουθούνισμα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
grohăit, câte un icnet, de câte un icnet, mormăit, icnet
ρουθούνισμα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
grunting
ρουθούνισμα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
chrochtanie, krochkanie, chrochtania
Τυχαίες λέξεις