Κυοφορία στα ολλανδικά

Μετάφραση: κυοφορία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dracht, zwangerschap, de dracht, de zwangerschap, draagtijd
Κυοφορία στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυοφορία

κυοφορία γάτας, κυοφορία ορισμός, κυοφορία συνώνυμο, κυοφορία σκύλων, κυοφορία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κυοφορία στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κυνικός στα ολλανδικά - cynisch, hoektand, honds, honden, hond, canine
  • κυνισμός στα ολλανδικά - cynisme, het cynisme, cynisch, cynische
  • κυπρίνος στα ολλανδικά - karper, karpers, de karper, carp
  • κυρία στα ολλανδικά - mevrouw, dame, lady, vrouw
Τυχαίες λέξεις
Κυοφορία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: dracht, zwangerschap, de dracht, de zwangerschap, draagtijd