Λαρυγγικός στα ολλανδικά
Μετάφραση: λαρυγγικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
keelklank, guttural, gutturaal, gutturale, een keelklank
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαρυγγικός
λαρυγγικός σωλήνας, αλλεργικός βήχας, λαρυγγικός συριγμός, λαρυγγικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λαρυγγικός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- λαξεύω στα ολλανδικά - uithouwen, beeldhouwen, beitel, uithakken, beitelen, houwen, HEW, ...
- λαρδί στα ολλανδικά - reuzel, spek, varkensvet, lard, varkensreuzel
- λασκάρω στα ολλανδικά - slap af, verslappen, speling af, slack, slappe
- λασπωμένος στα ολλανδικά - vuil, smerig, troebel, modderig, modderige, modder, muddy, ...
Τυχαίες λέξεις
Λαρυγγικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: keelklank, guttural, gutturaal, gutturale, een keelklank
Μεταφράσεις: keelklank, guttural, gutturaal, gutturale, een keelklank