Λέξη: λαρυγγικός
Σχετικές λέξεις: λαρυγγικός
λαρυγγικός σωλήνας, αλλεργικός βήχας, λαρυγγικός συριγμός
Συνώνυμα: λαρυγγικός
τραχύς, βραχνός, λαρυγγώδης
Μεταφράσεις: λαρυγγικός
λαρυγγικός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
guttural, throaty, laryngeal
λαρυγγικός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
gutural, guturales, y gutural, guttural
λαρυγγικός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
guttural, kehllaut, kehlig, gutturalen, gutturale, kehligen
λαρυγγικός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
guttural, gutturale, gutturaux, gutturales, rauque
λαρυγγικός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
gutturale, gutturali, guttural, e gutturale
λαρυγγικός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
gutural, guturais, guttural, e gutural
λαρυγγικός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
keelklank, guttural, gutturaal, gutturale, een keelklank
λαρυγγικός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
осмеивать, велярный, гортанный, гуттуральный, горловой, гортанным, горловое, гортанные, гортанное
λαρυγγικός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
guttural, gutturale
λαρυγγικός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
guttural, gutturalt, gutturala, skorrande
λαρυγγικός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kurkku-, kurkku
λαρυγγικός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
guttural, gutturalen, gutturale, gutturalt, strubelyd
λαρυγγικός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hrdelní, guturální, hrdelním, hrdelně
λαρυγγικός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
gardłowy, gardłowe, guttural, gardłowym, gardłowo
λαρυγγικός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
torokhang, toroki, torokkal kapcsolatos, torokhangú, torokhangon
λαρυγγικός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
gırtlaksı, guttural, gırtlaktan, gırtlak, kısık
λαρυγγικός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
горловий, гортанний, горловим
λαρυγγικός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i fytit, grykor, fytit, tingull grykor, grykës
λαρυγγικός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гърлен, гърлената, гърления
λαρυγγικός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гартанны
λαρυγγικός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kurguhäälik, kurguhäälne, guturaal, guturaalne, kuulmetõrve
λαρυγγικός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
grleni, grlen, gutural, grleni glas
λαρυγγικός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
guttural
λαρυγγικός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šiurkštus, gomurinis, Guturāls, gerklinis, gomurinis garsas
λαρυγγικός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
rīkles, guturāls
λαρυγγικός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
guttural
λαρυγγικός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
gutural, guturale, guturală, laringhiane, de laringhiane
λαρυγγικός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Vraten
λαρυγγικός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hrdelní, hrdelný, hrdelné, hrdelná, hrdelnú, hrdelny