Μοχθηρία στα ολλανδικά

Μετάφραση: μοχθηρία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
boosaardigheid, kwaadaardigheid, boosheid, kwaadwilligheid, opzet
Μοχθηρία στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μοχθηρία

μοχθηρία συνώνυμα, μοχθηρία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μοχθηρία στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • μουτζούρα στα ολλανδικά - plek, moet, mop, klad, smet, klak, vlek, ...
  • μουχρός στα ολλανδικά - vervelend, donker, bewolkt, melig, stuurs, mistroostig, droefgeestig, ...
  • μοχθηρός στα ολλανδικά - vals, kwaadaardig, snood, hatelijk, boosaardig, hatelijke, spiteful, ...
  • μοχλός στα ολλανδικά - ophalen, beuren, hendel, oprichten, hefboom, heffen, de hendel, ...
Τυχαίες λέξεις
Μοχθηρία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: boosaardigheid, kwaadaardigheid, boosheid, kwaadwilligheid, opzet