Νόστιμος στα ολλανδικά
Μετάφραση: νόστιμος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
betoverend, verrukkelijk, beeldig, overheerlijk, heerlijk, kostelijk, lekker, smakelijk, toothsome
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νόστιμος
νόστιμος πουρές πατάτας, νόστιμος αρακάς, νόστιμος συνώνυμα, νόστιμος φιδές, νόστιμος ετυμολογία, νόστιμος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, νόστιμος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- νόρμα στα ολλανδικά - gemiddeld, standaardmaat, gemiddelde, regel, norm, norm is, normen
- νόσος στα ολλανδικά - aandoening, kwaal, ziekte, ziekten, de ziekte, ziekte van, de ziekte van
- νότιος στα ολλανδικά - zuidelijk, zuidelijke, Zuid, zuiden
- νότος στα ολλανδικά - zuiden, zuidelijk, zuid, ten zuiden, South, Nederlandse
Τυχαίες λέξεις
Νόστιμος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: betoverend, verrukkelijk, beeldig, overheerlijk, heerlijk, kostelijk, lekker, smakelijk, toothsome
Μεταφράσεις: betoverend, verrukkelijk, beeldig, overheerlijk, heerlijk, kostelijk, lekker, smakelijk, toothsome