Ρισκάρω στα ολλανδικά
Μετάφραση: ρισκάρω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dobbelen, risico, gevaar, kans, het risico
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρισκάρω
ρισκάρω συνώνυμα, ρισκάρω και ας μην πάρω ας χάσω δεν πειράζει γιατί της στιγμής το νάζι είναι της ψυχής το γκάζι, ρισκάρω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ρισκάρω στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ριζικός στα ολλανδικά - ingrijpend, revolutionair, radicaal, drastisch, vergaand, grondig, wortelteken, ...
- ρινόκερος στα ολλανδικά - neushoorn, Rhino, rinoceros, neushoorns, de Rinoceros
- ριχτός στα ολλανδικά - stroming, stroom, loop, vlotter, zweven, drijver, drijven, ...
- ριψοκίνδυνος στα ολλανδικά - link, bedenkelijk, gevaarlijk, hachelijk, gewaagd, riskant, roekeloos, ...
Τυχαίες λέξεις
Ρισκάρω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: dobbelen, risico, gevaar, kans, het risico
Μεταφράσεις: dobbelen, risico, gevaar, kans, het risico