Πλούτος στα ουγγρικά

Μετάφραση: πλούτος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gazdagság, vagyon, jólét, le, le a
Πλούτος στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλούτος

πλούτοσ σαββόπουλοσ, πλούτος δίχως μόχθο, πλούτος αριστοφάνη pdf, πλούτος συνώνυμα, πλούτος των εθνών, πλούτος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πλούτος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • πλούσιος στα ουγγρικά - tápláló, mély, dús, gazdag, gazdagok, jómódú, vagyonos, ...
  • πλούτη στα ουγγρικά - vagyon, jólét, le, le a, gazdagság
  • πλωτός στα ουγγρικά - úszó, lebegő, változó, lebeg, a lebegő
  • πλύνω στα ουγγρικά - hajósodor, szemvíz, hajvíz, kimeszelés, mosakodás, szájvíz, hullámverés, ...
Τυχαίες λέξεις
Πλούτος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: gazdagság, vagyon, jólét, le, le a