Λίμπρα στα ουκρανικά
Μετάφραση: λίμπρα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
фунт
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λίμπρα
μία λίμπρα, λίμπρα σε κιλά, λίμπρα κιλό, λίμπρα-κιλά, λίμπρα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λίμπρα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- λίκνο στα ουκρανικά - колиска, колиску, колиски
- λίμνη στα ουκρανικά - землеміри, непрофесіонали, миряни, профани, озеро, озера
- λίπανση στα ουκρανικά - мащення, мастило, змащення, змазка, змащування, смазка
- λίπασμα στα ουκρανικά - удобрювач, добриво, удобрення, добрива, удобрение
Τυχαίες λέξεις
Λίμπρα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: фунт
Μεταφράσεις: фунт