Λέξη: κραγιόνι
Μεταφράσεις: κραγιόνι
κραγιόνι στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
pastel, crayon, the crayon, crayon is
κραγιόνι στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pastel, lápiz de color, creyón, crayón, crayon
κραγιόνι στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
pastell, pastellfarben, Buntstift, Stift, Kreide, Zeichenstift, crayon
κραγιόνι στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
pastel, crayon, colorie, crayons, crayon de, craie
κραγιόνι στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pastello, a pastello, disegna a pastello, crayon, pennarello
κραγιόνι στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
crayon, creiom, pastel, lápis, do pastel
κραγιόνι στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
pastel, tekenkrijt, kleurkrijt, krijt, kleurpotlood, crayon, bevoorraden
κραγιόνι στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пастель, пастельный, вайда, цветной карандаш, Crayon, фонда, карандаш, фото фонда
κραγιόνι στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
crayon, stift, fargestift, fargeblyanten
κραγιόνι στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
krita, crayon, crayonen, färgkritan, färgkrita
κραγιόνι στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
väriliitu, värikynä, crayon, liidulla
κραγιόνι στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
oliekridt, farvekridt, farveblyant, blyant, crayon
κραγιόνι στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pastelový, pastelka, pastel, crayon, tužka, pastelkou
κραγιόνι στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pastelowy, pastel, kredka, crayon
κραγιόνι στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pasztellkép, pasztell, pasztellkréta, Crayon, zsírkréta, kréta, zsírkrétával
κραγιόνι στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
mum boya, crayon, boya kalemi, pastel boya, pastel
κραγιόνι στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пастель, кольоровий, кольорової, кольорового, кольоровою, цвітної
κραγιόνι στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shkumës me ngjyrë, Crayon, shkumës, shkumës me, Duo
κραγιόνι στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пастел, креда, фулмастера, пастелен, цветен молив
κραγιόνι στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
каляровы, каляровай, каляровага
κραγιόνι στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pastell, crayon, skulptuur, kriidi, kriit
κραγιόνι στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
krejon, Crayon, kreda u boji
κραγιόνι στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
crayon
κραγιόνι στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
spalvota kreida, pastelė, Crayon, pieštuku, pastel
κραγιόνι στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pastelis, Crayon, ogle, krītiņš, krāsu zīmulis
κραγιόνι στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
креда, креон, молив, пастел, цветен молив
κραγιόνι στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pastel, creion, Crayon, creionul, creion colorat
κραγιόνι στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pastel, crayon, Krejon
κραγιόνι στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
pastelový, pastel, pastelka, farbička
Τυχαίες λέξεις